• magazine
  • about
  • blog

Παρέμβαση - Wasted youth(s)


του Γιώργου Ζώη

 

 

Πέφτω όλο και πιο συχνά. Πέφτω όλο και πιο απότομα. Και κάθε φορά φοβάμαι ότι δεν θα ξανασηκωθώ. Γιατί δεν θέλω να ξανασηκωθώ. Νιώθω ανίκανος, κατάκοπος, ανήμπορος. Η ζωή με εξαντλεί. Απελπίζομαι με το παραμικρό εμπόδιο, παραλύω με το παραμικρό σχόλιο, σέρνομαι με το παραμικρό στραβοπάτημα. Κρύβομαι κάτω από το πάπλωμα μου. Θέλω να μείνω εδώ για όλη μου τη ζωή. Σιχαίνομαι το ξυπνητήρι, το πρωινό φως, το νερό στο πρόσωπό μου.

 

Θέλω να μην ξυπνήσω ποτέ, θέλω να μην ονειρευτώ τίποτα ξανά, θέλω να τελειώνουν όλα εδώ και τώρα. Ξεχάστε με, αφήστε με, διαγράψτε με.

 

Θέλω να ριζώσω, να φυτρώσω, να ξεραθώ. Δεν θέλω να απαντήσω σε τίποτα, δεν θέλω να δώσω εξηγήσεις, δεν θέλω να νιώθω τίποτα. Δεν θέλω καμία βοήθεια, καμία αλληλεγγύη, καμία συμπαράσταση.

 

Θέλω να μη με αναγνωρίζει κανείς, να μη με θυμάται κανείς, να χαθώ από προσώπου γης. Θέλω να σηκωθώ μόνος μου, θέλω να γιατρευτώ μόνος μου, θέλω να επιστρέψω μόνος μου.

 

Δεν είναι διάλειμμα ξεκούρασης, δεν είναι άμυνα του οργανισμού, δεν είναι ψυχολογική άρνηση. Είναι απλά δειλία.

 

Σκέφτομαι ότι η κατάθλιψη είναι μια πολυτέλεια που δεν μπορώ να την προσφέρω στον εαυτό μου. Κλείνομαι στην ασφάλειά μου, βολεύομαι στη γωνιά μου, σιγουρεύομαι στη φωλίτσα μου.

Έχω το πάπλωμα για χαρτόκουτα και το φαγητό της μάνας μου για μερίδα συσσιτίου.

 

Ήρθε η νέα εποχή και μας έριξε κάτω από τα στρωμένα μας κρεβάτια. Πειραματιζόμασταν δεκαοχτώ ως εικοσιοχτώ σε ένα κενό ευτυχίας. Δημόσιοι υπάλληλοι των γονιών μας, πανεπιστημιακοί μετανάστες, τουρίστες των επιστημών και των τεχνών. Ξεκοκαλίσαμε υποτροφίες, πήραμε πολλαπλή αναβολή από την εργασία, πήραμε πίσω τον χαμένο χρόνο των πανελληνίων. Και όμως δεν ολοκληρώσαμε τίποτα δικό μας.

Γενιά του ’90 στα σχολεία και γενιά του ’10 στην εργασία. Είμαστε οι πρώτοι τυχεροί και οι τελευταίοι άτυχοι. Κοιμηθήκαμε πρωτοετάκια σε ένα όνειρο και ξυπνήσαμε πτυχιούχοι σε έναν εφιάλτη. Επιστρέφουμε ταπεινωμένοι στα παιδικά μας δωμάτια και αφήσαμε απλήρωτα τα τελευταία νοίκια. Εργασιακά αποστραγγισμένοι, ανεργιακά πανικοβλημένοι, ερωτικά αφυδατωμένοι, σεξουαλικά υποσιτισμένοι, σωματικά στειμμένοι, ψυχικά συνθηκολογημένοι, πανεπιστημιακά φιλτραρισμένοι, μεταπτυχιακά ξοφλημένοι, ιδεολογικά αφοπλισμένοι.

 

Είμαστε οι πολιτικοί κρατούμενοι των εαυτών μας.

 

Υπέρ και υπό ταυτόχρονα. Υπερδιεγερμένοι υπολειτουργούμε, υπερευαίσθητοι υποτροπιαζόμαστε, υπερεκτιμημένοι υποβαθμιζόμαστε, υπερκομματικοί υποθηκευόμαστε, υπεράνθρωποι υποβασταζόμαστε. Πρώτα εμείς υπογράψαμε το σύμφωνο σταθερότητας μια δεκαετία πριν. Νιώθαμε εσωτερικά υποτιμημένοι, ελεγχόμενα χρεοκοπημένοι, συστηματικά κρινόμενοι. Τα συμφωνήσαμε μαζί σας. Ζητήσαμε αναδιάρθρωση του γονικού σας χρέους για να πάρουμε χρονική επιμήκυνση της εφηβείας μας.

 

 

Ζωσμένοι με τα υπαρξιακά μας ανατιναχτήκαμε και δεν πήραμε κανέναν μαζί μας.

 

Χορτάτοι αμφισβητούσαμε τον καπιταλισμό και τώρα μισοπεινασμένοι τον υπηρετούμε. Κάνουμε μήνες τώρα πρόβες συγκρούσεων αλλά αναβάλλουμε τη μέρα της πρεμιέρας. Φοβόμαστε για την συμμετοχή του κοινού και οι προσκλήσεις μας δεν έχουν πάει ακόμη.

 

Δεν έχουμε καμία οριστική λύση, καμία εναλλακτική πρόταση, καμία νέα κοσμοθεωρία. Έχουμε την ανωριμότητά μας, την παιδικότητά μας, την νευρικότητά μας. Σε αυτά αναγκαστικά θα στηριχτούμε. Τα πάντα και τίποτα να περιμένετε από εμάς.

 

Είμαστε ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο. Τα έχουμε αποδείξει και τα δυο.

 

Αν καταφέρουμε πάλι να εκραγούμε ίσως να σας πάρουμε μαζί μας. Και μετά ίσως να φτιαχτεί κάτι όμορφο. Με όλους μας ή χωρίς κανέναν από εμάς.